Πρωτοκλασάτα ονόματα της πίστας, ιέρειες της pop και έντεχνα μεγαθήρια κρέμονται δίπλα σε αισθησιακά εξώφυλλα και κουτσομπολίστικα περιοδικά. Τυχαίο; Δε νομίζουμε...
Την τελευταία δεκαετία τα περίπτερα εμπλουτίζουν συνεχώς το ρεπερτόριό τους, φτάνοντας σε σημείο να θυμίζουν πολυκαταστήματα παρά σημεία πώλησης ψιλικών. Στα νέα εμπορικά κέντρα του πεζοδρομίου μπορεί κανείς να αγοράσει από τσίχλες και περιοδικά, μέχρι καλλυντικά, ρούχα, τσάντες και εσχάτως τις τελευταίες κυκλοφορίες του Γιάννη Πάριου, του Αντώνη Ρέμου, της Άννας Βίσση, της Άλκηστης Πρωτοψάλτη και όλου του υπόλοιπου δυναμικού της ελληνικής δισκογραφίας.
Το φαινόμενο διάθεσης της μουσικής στα περίπτερα μαζί με κυριακάτικες εφημερίδες, περιοδικά, ή και ως αυτόνομες εκδόσεις αποτελεί, εκτός από ελληνική πατέντα, μεταβατικό στάδιο μέχρι να καταφέρουμε να προσαρμοστούμε στη νέα ψηφιακή εποχή. Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή…
Οι πειρατές της… δισκογραφικής
Στις αρχές της δεκαετίας του 2000, το σύνθημα «η πειρατεία σκοτώνει τη μουσική» προσπαθούσε να αποτρέψει το αγοραστικό κοινό από τα «μαύρα» δισκοπωλεία, χωρίς κανένα αποτέλεσμα φυσικά, αφού ο δίσκος ενός δημοφιλούς τραγουδιστή κόστιζε στο πεζοδρόμιο έως και 80% φθηνότερα. Μπορεί η ποιότητα του κοπιαρισμένου CD να μην ήταν αντίστοιχη του γνήσιου, αλλά αυτό δεν φάνηκε να αποθαρρύνει τους καταναλωτές ούτε αντίστοιχα να υποψιάζει τις δισκογραφικές, σε μια εποχή που ο μουσικόφιλος ήταν ακόμα πιστός στο κλασικό δισκοπωλείο. Κάπου εδώ χτύπησε το πρώτο καμπανάκι της κρίσης στη δισκογραφία, αλλά κανείς δεν θέλησε να ξεβολευτεί και να το ακούσει, καθώς δεν φανταζόταν τι πρόκειται να ακολουθήσει.
O χρόνος περνούσε και όσο καιρό η δισκογραφία εξακολουθούσε να ποντάρει στους καλλιτέχνες μίας χρήσης και στα single του μήνα, η ραγδαία εξέλιξη της τεχνολογίας δημιουργούσε παράλληλα τις προϋποθέσεις για την ελεύθερη διακίνηση μουσικών αρχείων μέσω του διαδικτύου. Η online πειρατεία, όπως ονομάστηκε, άρχισε να διαδίδεται σαν ιός, κυρίως στις νεαρές ηλικίες, και οι πωλήσεις των δίσκων άρχισαν να πέφτουν κατακόρυφα, λίγο μετά την είσοδό μας στη νέα χιλιετία, αφού οι πάντες μπορούσαν πλέον να «κατεβάσουν» δωρεάν μουσική στον υπολογιστή τους με μια απλή σύνδεση στο Internet.
Μουσική επί του πιεστηρίου
Παράλληλα με την ορατή πλέον απειλή της online πειρατείας, το διαδίκτυο απειλεί εξίσου τον κλασικό Τύπο, πατώντας πάνω στην προ πολλού χαμένη έντυπη δημοσιογραφική ποιότητα. Οι περιστάσεις δεν μπορούσαν να είναι πιο κατάλληλες, και οι δύο «κατεργάρηδες», δισκογραφία και Τύπος, συμπράττουν προκειμένου να δοθεί μία λύση (έστω και προσωρινή). «Η πειρατεία είναι αυτή που μας οδήγησε να βγάλουμε τη μουσική στα περίπτερα» παραδέχεται ο Βασίλης Κωνσταντουλάκης, υπεύθυνος μάρκετινγκ στην EMI Music, «γιατί ο κόσμος σταμάτησε να πηγαίνει στα δισκοπωλεία και έπρεπε να βρούμε έναν τρόπο να πουλήσουμε το προϊόν μας». Έτσι, τα μεγαλύτερα ονόματα της ελληνικής δισκογραφίας άρχισαν να φιγουράρουν στα εξώφυλλα και στις διαφημίσεις των κυριακάτικών εφημερίδων, οδηγώντας σε μία κούρσα ανταγωνισμού για το ποιος θα φιλοξενήσει το πιο «δυνατό» όνομα στις σελίδες του, αφού η έντυπη δημοσιογραφία δεν ήταν πλέον ικανή, καθώς φαίνεται, να προσελκύσει τους απαιτούμενους αναγνώστες.
Το αποτέλεσμα ήταν να δημιουργηθεί μία νέα καταναλωτική συνήθεια στην αγορά, που οδήγησε στο κλείσιμο των περισσότερων δισκοπωλείων της χώρας ή στη μετάλλαξη τους σε πολυκαταστήματα ήχου, εικόνας και τεχνολογίας προκειμένου να επιβιώσουν. «Οι δισκογραφικές δεν φρόντισαν να ρίξουν τις τιμές έγκαιρα» ισχυρίζεται ο Αντώνης Χαρίτος, ιδιοκτήτης του πιο παλιού δισκοπωλείου της Ρόδου, το οποίο πουλάει πλέον χίλια δυο άλλα προϊόντα για να αντεπεξέλθει στις ανάγκες της αγοράς. Όταν μάλιστα θέλησε να πάρει μία απάντηση στο γιατί δεν πέφτουν οι τιμές των CD, ο υπεύθυνος της πολυεθνικής που συνεργαζόταν του απάντησε πως «δεν μπορώ να ρίξω τις τιμές γιατί πρέπει να δείξω τζίρο στους ξένους».
Ωστόσο, τον τελευταίο χρόνο βλέπουμε τα περίπτερα να λειτουργούν ακόμα περισσότερο ως κέντρα προώθησης και προβολής του καλλιτέχνη, με πρώτο παράδειγμα την κυκλοφορία πέρυσι του νέου δίσκου του Γιάννη Πάριου με τη «Real News», που πούλησε γύρω στα 400.000 αντίτυπα, «ένα νούμερο που δεν θα το φτάναμε ποτέ αν ο δίσκος έβγαινε στο δισκοπωλείο» παραδέχεται ο κ. Κωνσταντουλάκης της ΕΜΙ Music. Το παράδειγμα του Πάριου ακολούθησαν όλοι οι «μεγάλοι» της ελληνικής δισκογραφίας, των οποίων οι νέοι δίσκοι κυκλοφορούν, σε χαμηλότερη πλέον τιμή, πρώτα στο περίπτερο μαζί με εφημερίδα, τηλεοπτικό περιοδικό ή ακόμα και ως αυτόνομη έκδοση, και αφού πάρουν την απαραίτητη προβολή από τον Τύπο βγαίνουν και στο δισκοπωλείο στην ίδια τιμή. «Το ότι η τιμή σε περίπτερο και δισκοπωλείο είναι πλέον ίδια, δεν έχει επικοινωνηθεί σωστά από τις δισκογραφικές» ισχυρίζεται ο Πάνος Γεωργακόπουλος, υπεύθυνος καταστήματος στην αλυσίδα Metropolis, «με αποτέλεσμα η καταναλωτική συνήθεια να έχει αλλάξει και ο κόσμος να αγοράζει δίσκους μόνο από το περίπτερο. Τα μόνα δισκάδικα που θα επιβιώσουν είναι αυτά που απευθύνονται στον εξειδικευμένο καταναλωτή, αυτά δηλαδή που πουλάνε βινίλιο». Πολλοί, είναι αυτοί, άλλωστε, που υποστηρίζουν ότι ο θάνατος της δισκογραφίας υπογράφτηκε με την απόσυρσή του βινιλίου και την είσοδο του CD στην αγορά.
Καλλιτέχνες σε (από)γνωση
Μπροστά στη συνεχώς μεταβαλλόμενη κατάσταση της αγοράς οι καλλιτέχνες στέκονται αμήχανοι, βλέποντας το έργο τους να απαξιώνεται και τις τσέπες τους να αδειάζουν. «Το έργο του δημιουργού ευτελίζεται όταν κυκλοφορεί σε τόσο χαμηλή τιμή στα περίπτερα, με αποτέλεσμα ο καλλιτέχνης να μην μπορεί να επιβιώσει» τονίζει ο γνωστός συνθέτης Μίμης Πλέσσας, ο οποίος έλαβε το ποσό των 530 ευρώ, όπως λέει, από τα δικαιώματα του δίσκου «Ο Δρόμος» των Μίμη Πλέσσα-Λευτέρη Παπαδόπουλου που κυκλοφόρησε πρόσφατα με εφημερίδα. «Αυτό συμβαίνει γιατί η ΑΕΠΙ έχει κάνει ειδικές συμφωνίες με τις εταιρείες Τύπου και πληρώνουν πολύ λιγότερα δικαιώματα» αναφέρει ο κ. Κωνσταντουλάκης, κάτι που επιβεβαιώνει και η υπεύθυνη Δημοσίων Σχέσεων της ΑΕΠΙ κ. Μαίρη Φασουλάκη, λέγοντας πως «η ΑΕΠΙ δεν μπορεί να έχει την ίδια πολιτική τιμολόγησης με το δισκοπωλείο όταν το CD πωλείται σε πολύ χαμηλότερη τιμή μέσα στην εφημερίδα», επισημαίνοντας παράλληλα πως πολλές φορές «οι ίδιοι οι καλλιτέχνες διαπραγματεύονται απευθείας με τις εφημερίδες».
Πλιάτσικας, διέθεσαν το νέο τους δίσκο για ένα μήνα δωρεάν από γνωστή ειδησεογραφική ιστοσελίδα και έπειτα τον έβγαλαν στα δισκοπωλεία. Αντίστοιχα, ο Στάθης Δρογώσης προτίμησε το παράδειγμα του γνωστού βρετανικού συγκροτήματος Radiohead, δίνοντας τρεις επιλογές στον ακροατή: να κατεβάσει δωρεάν το άλμπουμ, να δώσει όποιο ποσό θεωρεί ότι αξίζει το περιεχόμενό του ή να παραγγείλει το δίσκο σε τιμή αγοράς.
Τα λάθη και η συνειδητοποίηση
Όλο αυτό το διάστημα η δισκογραφία αρνιόταν πεισματικά να ξεβολευτεί από το θρόνο της επανάπαυσης στις δάφνες του παρελθόντος και τα μειωμένα αντανακλαστικά δεν την άφησαν να συνειδητοποιήσει άμεσα τις ριζικές μεταβολές που συντελούνταν τόσο στην αγορά όσο και στην κοινωνία γενικότερα, με αποτέλεσμα να κάνει σπασμωδικές κινήσεις προσπαθώντας να διασώσει τα κεκτημένα μιας εποχής που είχε περάσει ανεπιστρεπτί. Στην ίδια άποψη καταλήγει και ο Θοδωρής Τσαντούλας, υπεύθυνος Στρατηγικού Μάρκετινγκ της Sony Music, τονίζοντας πως «οι δισκογραφικές δεν έπρεπε να κλείσουν το Napster, έπρεπε να το είχαν κάνει νόμιμο». Οι εταιρείες, όμως, αντί να ανοίξουν πρώτες το δρόμο προς την ψηφιακή αγορά, προσπάθησαν μάταια να την κυνηγήσουν (βλέποντας μόνο την παράνομη μορφή της), ενώ την ίδια στιγμή αρνήθηκαν να κατεβάσουν τις τιμές των CD, ρίχνοντας στην αγορά ακόμα περισσότερο εύπεπτο υλικό προς άμεση και στιγμιαία κατανάλωση. Το μόνο που κατάφεραν τελικά ήταν να καθυστερήσουν τη μετάβαση προς τη νέα εποχή, ποντάροντας στις μεσοβέζικες λύσεις του περιπτέρου, ένα φαινόμενο που παρόμοιό του υπάρχει ίσως μόνο στην Ιταλία και στην Ισπανία, και σε καμία άλλη ευρωπαϊκή αγορά.
Όπως και να’ χει, το τέλος της δισκογραφίας όπως την ξέραμε έχει ήδη επέλθει και η επόμενη μέρα βρίσκεται εδώ, με τις πληγές ακόμη νωπές και τις απώλειες αναπόφευκτες, όπως σε κάθε μετάβαση. Η πορεία προς την ψηφιακή εποχή έχει ήδη ξεκινήσει και όποιος μπει ή δεν μπει σε τροχιά θα πρέπει να είναι προετοιμασμένος για τις συνέπειες.
Η διαδικτυακή πειρατεία σε αριθμούς
◗ Το 44% - 79% της παγκόσμιας δραστηριότητας στο διαδίκτυο υπολογίζεται ότι αφορά ανταλλαγή ηλεκτρονικών αρχείων.
◗ Το 16% των νοικοκυριών στη Βρετανία δηλώνει ότι προβαίνει συχνά σε ανταλλαγές ηλεκτρονικών αρχείων.
◗ 890 εκατ. «παράνομες» καταφορτώσεις ηλεκτρονικών μουσικών αρχείων υπολογίζεται ότι έγιναν μέσα στο 2009.
◗ Στα 20 δισ. δολάρια ετησίως υπολογίζονται τα διαφυγόντα κέρδη της βιομηχανίας του κινηματογράφου.
◗ 140 εκατ. υπολογίζονται οι νόμιμες καταφορτώσεις ψηφιακών αρχείων το 2009.
◗ 15 εκατ. ηλεκτρονικά αρχεία καταφορτώθηκαν στην Ελλάδα το 2008, εκ των οποίων 240.000 μουσικά αρχεία κατέβηκαν νόμιμα.
◗ 10 ηλεκτρονικά μουσικά αρχεία κατεβάζει κατά μέσο όρο το μήνα παράνομα κάθε Έλληνας χρήστης.
◗ Η Κίνα, η Ρωσία, η Ινδία και ο Καναδάς είναι οι χώρες με το μεγαλύτερο πρόβλημα.
- Πηγή: ΑΕΠΙ
Έγραψε η FREESUNDAY.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου